Δημοφιλείς αναρτήσεις

23/11/12

Οι ήρωες της καθημερινότητας


Τους είδα πρώτη φορά αρχές του καλοκαιριού, στην άκρη της παραλίας. Εκείνη δεν θα ’ναι τριάντα χρονών και το αγόρι κάπου στα επτά-οκτώ. Του μιλούσε, του διάβαζε, του έφτιαχνε το καπελάκι να μην τον χτυπάει ο ήλιος. Πιο πέρα οι φωνές βούιζαν, μπαλάκια εκτοξεύονταν, η αμμουδιά γινόταν μια βεντάλια από χρώματα. Μα εκείνη η γυναίκα και ο γιος της έδειχναν χαμένοι στο δικό τους κόσμο. Μια νέα μητέρα, στην ηλικία των κοριτσιών που ξεδίνουν στα μπαρ και στις καφετέριες. Κι ο μικρός. Ένας άγγελος. Ψηλόλιγνος με χέρια σαν κλαράκια και με μάτια-σβώλους που δεν έφευγαν από πάνω της. Ένα αυτιστικό παιδί. Βυθισμένο στη σιωπή.
Τους είδα πολλές φορές από τότε. Τους είδα έξω από το σούπερ-μάρκετ, εκείνη κουβαλούσε ένα σωρό σακούλες και πάλευε να ξεμπλέξει το χέρι της για να μην αφήσει τα ακροδάχτυλά του. Τους είδα στο βίντεο-κλαμπ, του έδειχνε τα έργα κινουμένων σχεδίων. Τους είδα να περπατούν κάποιο απόγευμα στην πλατεία, εκείνος ήθελε να χαϊδέψει ένα σκυλί, εκείνη τον άφησε. Κάθε φορά που τους έβλεπα, συνειδητοποιούσα πως υπήρχε ένα σύννεφο που τους προστάτευε. Η μεμβράνη ενός δικού τους κόσμου, μια χώρα μυστική, υπέροχη, δίχως τη παραμικρή δυσλειτουργία. Μακριά από μνημόνια, απεργίες, μέτρα εθνικής οδύνης. Όλος ο αγώνας ήταν εκεί και έμοιαζε πάντα φυσιολογικός, δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι αν αυτή η μητέρα εγκαταλείψει το παιδί της θα είναι μια τεράστια προδοσία. Δεν υπάρχει περίπτωση να το εγκαταλείψει. Η τρυφερότητα, η στοργική της αφοσίωση, η υπευθυνότητά της αγγίζουν βιβλικές διαστάσεις. Η δική της πατρίδα είναι εκείνο το παιδί. Και κάποιοι άνθρωποι γεννήθηκαν για να μην προδώσουν ποτέ την πατρίδα τους. Άλλοι άνθρωποι φεύγουν με τη πρώτη δυσκολία, υποκύπτουν, εγκαταλείπουν. Άλλοι συμβιβάζονται και λειτουργούν εξαναγκαστικά. Οι μητέρες κι οι πατέρες του έθνους μας προβαίνουν διαρκώς σε μικρές και μεγάλες προδοσίες. Μα όχι εκείνη η μητέρα. Εκείνη η μητέρα είναι ο βράχος του γιου της. Ποτέ δε μου έδωσε την εντύπωση ότι τον αντιμετωπίζει σαν να έχει κάποιο πρόβλημα. Το ότι είναι αυτιστικός είναι μια λεπτομέρεια που ωθεί εμένα να ηρωοποιήσω τη φροντίδα της. Για κείνην, είναι η ζωή της. Η ζωή τους. Η κάθε μέρα δεν είναι απλά παρά η κάθε μέρα. Βιωμένη στη πατρίδα τους. Σε αυτή τη μαγική σχέση που τους συνδέει.
Σε καιρούς σαν κι αυτούς, θα ήθελα να πιστέψω ότι αυτή είναι η Ελλάδα. Έχω μεγάλη ανάγκη να το πιστέψω. Μα δεν μπορώ. Την ώρα που τούτη η γυναίκα κι ο γιος της με γεμίζουν θάρρος και κουράγιο, ένας Αιγύπτιος μετανάστης μπορεί να βρίσκεται αλυσοδεμένος και δαρμένος σε κάποιο δρόμο της Σαλαμίνας. Μπορεί ένας φούρναρης, που έχει διατελέσει και αντιδήμαρχος, να ξυλοκοπεί μαζί με τον γιο του τον Αιγύπτιο, να τον έχει δέσει και να τον μεταφέρει με την βοήθεια φίλων σε ένα εξοχικό, όπου θα τον βασανίσουν επί μέρες καμαρώνοντας πως τον έχουν δέσει «όπως τις καμήλες στην Αίγυπτο». Την ώρα που τούτη η γυναίκα κι ο γιός της με γεμίζουν δύναμη, πολιτικοί λένε κι άλλα ψέματα, συμμορίες σπέρνουν τον τρόμο σε πλατείες με άκακα φαντάσματα, ληστές μπουκάρουν σε σπίτια και σκοτώνουν οικογένειες, οδηγοί βρίζονται στους δρόμους και δημοσιογράφοι βρίσκονται στο εδώλιο της δικαιοσύνης επειδή κάνουν τη δουλειά που αρνείται να κάνει η δικαιοσύνη. Κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι, αναζητούμε τους ήρωες στα μάτια των παιδιών μας ή των γονιών μας ή των συντρόφων μας, επειδή δεν έχουμε πού αλλού να στραφούμε, επειδή τίποτα δεν φαίνεται ικανό να μαγέψει αυτή τη χώρα και να την εμπνεύσει εθνικά. Μια παχιά κίτρινη σκόνη αιωρείται παντού και πνίγει τους πραγματικούς αγωνιστές, τους ανθρώπους χωρίς δουλειά, εκείνους που μοχθούν σιωπηλά, τους ηλικιωμένους που επιβιώνουν με ψίχουλα, τους αρρώστους που παλεύουν, τα εκατομμύρια νοικοκυριά που δίνουν τον άνισο αγώνα τους κι αυτή τη μητέρα με το αυτιστικό παιδί που έχουν γίνει οι ήρωες μου. Δεν είναι όλη η Ελλάδα αυτοί. Μα είναι η αληθινή Ελλάδα. Η μόνη Ελλάδα που μας κρατάει ζωντανούς να ελπίζουμε για ένα θαύμα.

10/11/2012 


Ich bin ein Berliner. (Το βίντεο για την Πορτογαλία με υπότιτλους)


17/11/12

Μανώλης Αναγνωστάκης: Φοβάμαι


Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.


Το ποίημα «Φοβάμαι» γράφτηκε τον Νοέμβρη του 1983 και δημοσιεύτηκε στην εφημ. Αυγή.

Abuse of Power